Orval
Αγαπημένο μου μπυρολόγιο ημέρα 373, Orval, Βελγική μοναστηριακή (Trappist) belgian ale, με 6,2% αλκοόλ από την Brasserie d'Orval του Abbaye Notre-Dame d'Orval. Το μοναστήρι και η ζυθοποιία βρίσκονται στο Villers-devant-Orval, στο νότιο Βέλγιο.
O θρύλος του ονόματός του θέλει να ξεκινά όταν η χήρα κόμισσα Mathilda έχασε τη βέρα της σε μια πηγή. Προσευχήθηκε στο Θεό να την ξαναβρεί και μια πέστροφα αναδύθηκε από τα νερά της λίμνης με τη βέρα της στο στόμα. Η κόμισσα αναφώνησε: «Πραγματικά αυτή η κοιλάδα είναι ανεκτίμητη!» (orval) και έχτισε ένα μοναστήρι. Άφησε όλη της την περιουσία στην εκκλησία και προς τιμήν της το μοναστήρι ονομάστηκε Orval και το οικόσημο της φέρει μια πέστροφα και μια βέρα. Η πηγή της περιοχής ακόμα και σήμερα τροφοδοτεί με νερό το Μοναστήρι και τη ζυθοποιία του. Στην πραγματικότητα το μοναστήρι έχτισαν Βενεδικτίνοι μοναχοί από την Καλαβρία της Ιταλίας το 1070 αλλά ουσιαστικά άρχισε να λειτουργεί το 1132, από μια ομάδα Σιστερσιανών μοναχών που κατέφθασαν από την πόλη Champagne της Γαλλίας. Η παρασκευή της μπύρας ξεκίνησε το 1931 κάτω από την επίβλεψη του Γερμανού ζυθοποιού Pappenheimer, αλλά σύντομα ενεπλάκησαν ζυθοποιοί που σφράγισαν με την προσωπικότητα τους τον τρόπο παρασκευής της. Η τεχνική Dry Hoping και η χρήση μαγιάς με το ένζυμο Brettanomyces, την ξεχωρίζουν από τις υπόλοιπες 6 μοναστηριακές μπύρες που φέρουν το αποκλειστικό σήμα Αυθεντικότητας. Επίσης σε αντίθεση με τα υπόλοιπα Trappist μοναστήρια, παράγουν μόνο μια μπύρα για το κοινό. Αξιοσημείωτο είναι και το γεγονός πως η Orval είναι η πρώτη μοναστηριακή μπύρα που κυκλοφόρησε στο εμπόριο του Βελγίου.
Πρόκειται για μία μπύρα παλαίωσης που συνεχίζει να βελτιώνεται με τα χρόνια αν αποθηκευτεί σε σκοτεινό και ξηρό μέρος. Έχει έντονη ενανθράκωση και επαναζύμωση στη φιάλη. Το χρώμα της είναι κεχριμπαρένιο, ο αφρός λευκός, συνεκτικός με φυσαλίδες. Σύνθετα αρώματα βύνης, σταφυλιού, ροδάκινου και κίτρου. Η γεύση της είναι πικάντικη, μεταλλική, πικρή και πάρα πολύ ξηρή με νότες τζιντζερ και κίτρου. Παρόμοια και η επίγευση με την ξηρότητα σαν κύριο χαρακτηριστικό της.
Πηγή: www.beeroskopio.com
O θρύλος του ονόματός του θέλει να ξεκινά όταν η χήρα κόμισσα Mathilda έχασε τη βέρα της σε μια πηγή. Προσευχήθηκε στο Θεό να την ξαναβρεί και μια πέστροφα αναδύθηκε από τα νερά της λίμνης με τη βέρα της στο στόμα. Η κόμισσα αναφώνησε: «Πραγματικά αυτή η κοιλάδα είναι ανεκτίμητη!» (orval) και έχτισε ένα μοναστήρι. Άφησε όλη της την περιουσία στην εκκλησία και προς τιμήν της το μοναστήρι ονομάστηκε Orval και το οικόσημο της φέρει μια πέστροφα και μια βέρα. Η πηγή της περιοχής ακόμα και σήμερα τροφοδοτεί με νερό το Μοναστήρι και τη ζυθοποιία του. Στην πραγματικότητα το μοναστήρι έχτισαν Βενεδικτίνοι μοναχοί από την Καλαβρία της Ιταλίας το 1070 αλλά ουσιαστικά άρχισε να λειτουργεί το 1132, από μια ομάδα Σιστερσιανών μοναχών που κατέφθασαν από την πόλη Champagne της Γαλλίας. Η παρασκευή της μπύρας ξεκίνησε το 1931 κάτω από την επίβλεψη του Γερμανού ζυθοποιού Pappenheimer, αλλά σύντομα ενεπλάκησαν ζυθοποιοί που σφράγισαν με την προσωπικότητα τους τον τρόπο παρασκευής της. Η τεχνική Dry Hoping και η χρήση μαγιάς με το ένζυμο Brettanomyces, την ξεχωρίζουν από τις υπόλοιπες 6 μοναστηριακές μπύρες που φέρουν το αποκλειστικό σήμα Αυθεντικότητας. Επίσης σε αντίθεση με τα υπόλοιπα Trappist μοναστήρια, παράγουν μόνο μια μπύρα για το κοινό. Αξιοσημείωτο είναι και το γεγονός πως η Orval είναι η πρώτη μοναστηριακή μπύρα που κυκλοφόρησε στο εμπόριο του Βελγίου.
Πρόκειται για μία μπύρα παλαίωσης που συνεχίζει να βελτιώνεται με τα χρόνια αν αποθηκευτεί σε σκοτεινό και ξηρό μέρος. Έχει έντονη ενανθράκωση και επαναζύμωση στη φιάλη. Το χρώμα της είναι κεχριμπαρένιο, ο αφρός λευκός, συνεκτικός με φυσαλίδες. Σύνθετα αρώματα βύνης, σταφυλιού, ροδάκινου και κίτρου. Η γεύση της είναι πικάντικη, μεταλλική, πικρή και πάρα πολύ ξηρή με νότες τζιντζερ και κίτρου. Παρόμοια και η επίγευση με την ξηρότητα σαν κύριο χαρακτηριστικό της.
Πηγή: www.beeroskopio.com
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου